obtempérer - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

obtempérer - translation to ρωσικά


obtempérer      
повиноваться
obtempérer      
повиноваться, подчиняться/подчиниться (+ D); исполнять/исполнить (+ A) ;
obtempérer à un ordre - подчиняться приказу;
refus d'obtempérer - отказ повиноваться [подчиниться]
obtempérer      
{ vi } (à qch)
повиноваться, подчиняться; исполнять
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για obtempérer
1. Mais Shukria Barakzai n‘est pas du genre ŕ obtempérer.
2. Les irréductibles du GSPC avaient jusqu‘au 28 ao$';t pour obtempérer.
3. Et souligne que des «mesures» seront prises si elle décidait de ne pas obtempérer.
4. Résultat: les délais impératifs fixés par l‘ONU et l‘Union européenne pour obtempérer sont devenus une farce.
5. Et pour éviter que le Président lui gâche son sommet, Blair a préféré obtempérer.